Δευτέρα 13 Αυγούστου 2012

Νέα γεω-οικονομική συμμαχία;


Η επίσκεψη Πέρες στην Αθήνα σφράγισε την αναβάθμιση σχέσεων Ισραήλ- Ελλάδας αλλά και της Κύπρου

Απαρχή για μια νέα γεω-οικονομική συμμαχία στην Ανατολική Μεσόγειο ή «δέσιμο» της Ελλάδας στο διπλωματικό άρμα του Ισραήλ; Απομάκρυνση από παραδοσιακά φίλιες χώρες; Ριψοκίνδυνη συγκυριακή προσέγγιση ή πολλά υποσχόμενη συνεργασία; Και τελικά, σχέση που υπηρετεί το ελληνικό εθνικό συμφέρον ή που μακροπρόθεσμα θα οδηγήσει σε ναυάγιο την εξωτερική πολιτική της χώρας;
Η επίσκεψη του Ισραηλινού προέδρου στην Αθήνα την εβδομάδα που πέρασε, επισφράγισε αδιαμφισβήτητα την αναβάθμιση των σχέσεων ΕλλάδαςΙσραήλ. Σε ανταπόδοση της επίσημης επίσκεψης του Προέδρου της Δημοκρατίας Κάρολου Παπούλια στο Ισραήλ, ο Σιμόν Πέρες ήρθε στην Ελλάδα φέροντας λόγια αβροφροσύνης και αλληλεγγύης προς τον δοκιμαζόμενο ελληνικό λαό, αλλά και προτάσεις για συνεργασία σε όλα τα επίπεδα. Δεν παρέλειψε να επισκεφθεί το
μουσείο της Ακρόπολης, να τονίσει τη σχέση του με την Ελλάδα και να συναντηθεί με όλους τους αρχηγούς των κομμάτων της Βουλής, εκτός της «Χρυσής Αυγής» βέβαια. Στο μενού των συζητήσεών του τέθηκαν οι Αποκλειστικές Οικονομικές Ζώνες (ΑΟΖ), τα αγροτικά ζητήματα, αλλά επίσης τα θέματα των ερευνών για υδρογονάνθρακες και γενικά το ενεργειακό ζήτημα. Στην κατ’ ιδίαν συνάντησή του με τον Ελληνα Πρωθυπουργό Α. Σαμαρά, όσο και σε αυτήν των διευρυμένων αντιπροσωπειών, ο Σ. Πέρες τόνισε το ενδιαφέρον της χώρας του να συμμετάσχει στο πρόγραμμα αποκρατικοποιήσεων και να αυξηθούν οι συνέργειες στους τομείς της άμυνας, της ενέργειας, της αγροτικής παραγωγής και του τουρισμού.

 Η βούληση για ενίσχυση της συνεργασίας δεν αποκλείεται να προωθηθεί με τη σύγκληση, στο προσεχές μέλλον, του Διακυβερνητικού Υπουργικού Συμβουλίου Συνεργασίας. Σύμφωνα με τις πληροφορίες που διέρρευσαν από το κυβερνητικό κλιμάκιο, «η ατμόσφαιρα σε όλες τις συναντήσεις ήταν ιδιαίτερα θερμή. Αυτό κατέστη σαφές ήδη από την πρώτη κατ’ ιδίαν συνάντηση με τον πρόεδρο της Ελληνικής Δημοκρατίας. Στο επίσημο δείπνο προς τον Σ. Πέρες, ο Κ. Παπούλιας αναφέρθηκε στην «ουσιαστική αναβάθμιση» των διμερών σχέσεων τα τελευταία δύο χρόνια «που δεν είναι ούτε συγκυριακή ούτε ευμετάβλητη», όπως είπε. Από την πλευρά του, ο Ισραηλινός πρόεδρος μίλησε με πολύ θερμά λόγια για τις διμερείς σχέσεις, λέγοντας πως: «Είμαι σίγουρος ότι απομένουν πολλά να γίνουν τόσο για την προώθηση των πολιτικών και των οικονομικών μας σχέσεων όσο και για την εμβάθυνσή τους στο μέλλον. Σκοπός της επίσκεψής μου είναι η ενθάρρυνση και η ενίσχυση αυτών των εξελίξεων προς όφελος και για την πρόοδο των δύο λαών μας».

Παρόλο που τα ελληνικά ΜΜΕ έσπευσαν να εξάρουν τη νέα εξέλιξη, η αποδοχή της προσέγγισης Ελλάδας-Ισραήλ αντιμετωπίστηκε ως μονόδρομος, χωρίς αστερίσκους και υστερόγραφα. Ο «Φιλελεύθερος» επιχειρεί σήμερα μια πρώτη προσπάθεια εμβάθυνσης στο θέμα αυτό, μέσα από άρθρα και τοποθετήσεις σοβαρών διεθνολόγων και ειδικών στα θέματα των διεθνών σχέσεων.
Ο δημοσιογράφος-συγγραφέας Σταύρος Λυγερός, ο πρόεδρος του ΕΛΙΑΜΕΠ Θάνος Ντόκος, ο διεθνολόγος Στέλιος Αλειφαντής αναλύουν και σχολιάζουν τι σημαίνει η αναβάθμιση των σχέσεων μεταξύ Ελλάδας-Κύπρου και Ισραήλ, καθώς και οι αλλαγές που βρίσκονται σε εξέλιξη στον ευρύτερο χώρο της Ανατολικής Μεσογείου. 


Στρατηγική ισορροπία η επιλογή της Αθήνας
>Να αντιμετωπίσει το Ισραήλ ως εταίρο όπου συγκλίνουν τα συμφέροντά τους
ΣΤΑΥΡΟΣ ΛΥΓΕΡΟΣ
Φωτογραφία
Οδημοσιογράφος-συγγραφέας Σταύρος Λυγερός εκτιμά ότι «η αναβάθμιση των σχέσεων Ελλάδας-Ισραήλ έχει όλες τις προϋποθέσεις να είναι θετική. Εξαρτάται όμως από το πώς θα τη χειριστεί η ελληνική πλευρά».

«Οι γεωπολιτικές ισορροπίες στην Ανατολική Μεσόγειο και τη Μέση Ανατολή έχουν αλλάξει και το Ισραήλ που μέχρι πρόσφατα είχε έναν ασφαλή, διάπλατο δρόμο προς τη Δύση, συνειδητοποιεί ότι δεν τον έχει πια.

Στο σκηνικό οι Ισραηλινοί «ξανα-ανακάλυψαν» ότι ο μόνος σταθερός δρόμος είναι ο ελληνικός, μέσω της Ελλάδας και της Κύπρου Η αραβική εξέγερση υπενθύμισε στους Ισραηλινούς ότι σ’ αυτή την περιοχή το γεωπολιτικό παιχνίδι επηρεάζεται καθοριστικά από το θρησκευτικό - πολιτισμικό κριτήριο. Η δε ρήξη με τη νεοοθωμανική Τουρκία τούς στέρησε από ένα σύμμαχο που τους εξασφάλιζε πολύτιμο στρατηγικό βάθος και ασφαλή δρόμο προς την Ευρώπη. Η προσέγγιση της Άγκυρας με τη Συρία και κυρίως με το Ιράν ενίσχυσε τις ανησυχίες του Τελ Αβίβ. Σε αυτό το σκηνικό, οι Ισραηλινοί «ξανα-ανακάλυψαν» ότι ο μόνος σταθερός δρόμος είναι ο ελληνικός, μέσω δηλαδή της Ελλάδας και της Κύπρου», σημειώνει ο Σταύρος Λυγερός.

«Οι Ισραηλινοί, που σκέφτονται με στρατηγικούς όρους, σκέφτηκαν να στραφούν προς Αθήνα και Λευκωσία. Το «άνοιγμα» αυτό μάλιστα συνέπεσε με την ανακάλυψη των κοιτασμάτων στην Ανατολική Μεσόγειο και τη δημιουργία ενός πλαισίου κοινών συμφερόντων. Τόσο η Ελλάδα όσο και η Κύπρος ανταποκρίθηκαν θετικά σε αυτό το άνοιγμα, η κάθε μια για τους δικούς της λόγους. Ωστόσο, φαίνεται σαν να αντιδρούν εξ αντανακλάσεως «καλέσματα» του Ισραήλ, χωρίς να υπάρχει ένα στρατηγικό σχέδιο για την προσέγγιση αυτή», τονίζει ο αναλυτής και εξηγεί: «Για παράδειγμα, το Ισραήλ δεν ζητά από την Ελλάδα να αλλάξει την πολιτική της απέναντι στο παλαιστινιακό ζήτημα. Πιστεύω πως η Ελλάδα οφείλει να προχωρήσει σε μια ισορροπημένη σχέση με το Ισραήλ, χωρίς όμως να γίνει δορυφόρος ή υποχείριό του. Να αντιμετωπίσει δηλαδή το Ισραήλ ως εταίρο που τα συμφέροντά τους συγκλίνουν, χωρίς να ταυτιστεί με τις θέσεις και τις απόψεις του (πχ. για το Ιράν). Το ζήτημα είναι αν η Αθήνα θα μπορεί να χαράξει αυτή τη στρατηγική. Αυτό μόνο ο χρόνος θα το δείξει τελικά...» Στην ερώτησή μας αν η προσέγγιση Ελλάδας-ΚύπρουΙσραήλ θα βλάψει τις παραδοσιακά καλές σχέσεις των Ελλήνων με τους Άραβες, ο Σταύρος Λυγερός απαντά: «Οι σχέσεις των Ελλήνων με τον αραβικό κόσμο μετρούν πολλά χρόνια.

Έχουμε κοινές ιστορικές μνήμες, μας γνωρίζουν και τους γνωρίζουμε. Για τον λόγο αυτό, είχαμε σημαντικό εμπορικό πλεονέκτημα στην περιοχή ειδικά μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Επί Ανδρέα Παπανδρέου αυτή η σχέση βάθυνε.

Ωστόσο, στη συνέχεια, η σχέση αφέθηκε να χαλαρώσει, για να μην πω να εκφυλιστεί, ειδικά από την κυβέρνηση Μητσοτάκη και Σημίτη και μετά. Η πολιτική Ερντογάν ή -πιο σωστά- η στρατηγική Νταβούτογλου επέλεξε τη στροφή και την ενίσχυση των σχέσεων της νεο-οθωμανικής Τουρκίας προς τη Μέση Ανατολή. Όταν ο Ερντογάν φαίνεται να υψώνει ανάστημα (ακόμη) και στο Ισραήλ, οι Άραβες ξαναβλέπουν με διαφορετικό μάτι την Τουρκία. Καμία ελληνική πολιτική δεν θα μπορούσε να εξισορροπήσει αυτό το άνοιγμα Ερντογάν στη μουσουλμανική κοινή γνώμη. Ήταν ένα γήπεδο στο οποίο η Ελλάδα δεν μπορούσε να κερδίσει».

Και καταλήγει ως εξής: «Η Ελλάδα οφείλει να τηρήσει μια ισορροπημένη πολιτική στην περιοχή, μια στρατηγική ισορροπίας. Να εμβαθύνει και να αναπτύξει σχέσεις γεωοικονομίας με το Ισραήλ, να διατηρήσει όμως και τις σχέσεις με τους Παλαιστινίους. Να κάνει μια πολιτική αρχών και όχι να μπει σε ανταγωνισμό με την Τουρκία».

Σημαντική η στρατηγική προσέγγιση
>Να μην παρουσιαστεί ως άξονας των τριών χωρών
ΘΑΝΟΣ ΝΤΟΚΟΣ
Φωτογραφία
ΟΘάνος Π. Ντόκος, γενικός διευθυντής ΕΛΙΑΜΕΠ, σημειώνει: Η στρατηγική προσέγγιση με το Ισραήλ είναι ιδιαίτερα σημαντική διότι έρχεται σε μια πολύ αρνητική οικονομική και πολιτική συγκυρία για την Ελλάδα και, δευτερευόντως, για την Κύπρο. Ασφαλώς το ενδιαφέρον του Ισραήλ για στενότερη συνεργασία με Λευκωσία και Αθήνα σε μια σειρά τομέων είναι καλοδεχούμενο. Τα κίνητρα της ισραηλινής πλευράς περιλαμβάνουν τη σημαντική επιδείνωση των σχέσεων με την Τουρκία, τις αλλαγές και την έντονη ρευστότητα στον αραβικό κόσμο αλλά και τη διπλωματική απομόνωση, ιδιαίτερα σε σχέση με την ΕΕ, στην οποία είχε περιέλθει το Τελ-Αβίβ λόγω της πολιτικής του στο παλαιστινιακό πρόβλημα.

Στις κυπρο-ισραηλινές σχέσεις, κυρίαρχο ρόλο έχει η ενέργεια και πιο συγκεκριμένα η (συν)εκμετάλλευση του φυσικού αερίου που έχουν ανακαλύψει οι δύο χώρες σε περιοχές της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης (ΑΟΖ) τους. Βεβαίως, το Ισραήλ δεν έχει ακόμη αποφασίσει με ποιον τρόπο θα εκμεταλλευτεί τα δικά του κοιτάσματα (τι ποσότητες θα εξάγει προς την Ευρώπη και με ποιον τρόπο: υγροποίηση αερίου ή αγωγός;). Από την απόφαση αυτή θα εξαρτηθεί εν πολλοίς το είδος και το βάθος της στρατηγικής σχέσης που θα αναπτύξει με Κύπρο και Ελλάδα.

Οσον αφορά στην Αθήνα, οι πιθανοί τομείς συνεργασίας περιλαμβάνουν οικονομική συνεργασία (ιδιαίτερα στον τομέα της γεωργίας), τον τουρισμό, τις ανταλλαγές πληροφοριών και συνεργασία στον τομέα της ασφάλειας και της άμυνας, και ενδεχομένως και την ενέργεια. Βεβαίως, στα αναμενόμενα οφέλη περιλαμβάνεται και η -διά της έμμεσης οδού- πιθανή αναβάθμιση των σχέσεων με ΗΠΑ, όπου ο πολιτικός και οικονομικός ρόλος του εβραϊκού λόμπυ είναι ιδιαίτερα σημαντικός.

Μέσα στα τόσα θετικά, θα πρέπει να γίνει αναφορά και σε δύο «επιφυλάξεις»: (α) δεν υπάρχει κανένας λόγος η τριμερής στρατηγική συνεργασία να παρουσιαστεί ως άξονας εναντίον συγκεκριμένης χώρας (ακόμη και αν υπάρχουν υφέρποντες ή και ανοιχτοί γεωπολιτικοί ανταγωνισμοί), και (β) Ελλάδα και Κύπρος θα πρέπει να συνεχίσουν να χειρίζονται με μεγάλη προσοχή τις σχέσεις τους με τον αραβικό κόσμο, ενισχύοντας με τον τρόπο αυτό πιθανό μελλοντικό τους ρόλο ως επικουρικοί διαμεσολαβητές σε περίπτωση νέων ειρηνευτικών συνομιλιών για την αραβο-ισραηλινή διένεξη.

Το φυσικό αέριο δημιουργεί ισχυρή κοινότητα συμφερόντων
>Ανατολικο-μεσογειακός ενεργειακός διάδρομος προς όφελος της ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας 
ΣΤΕΛΙΟΣ ΑΛΕΙΦΑΝΤΗΣ
Φωτογραφία
?Η πολλά υποσχόμενη προσέγγιση με το Ισραήλ δεν σημαίνει γεωπολιτικό «άξονα» στην περιοχή. ?Ούτε το Ισραήλ ούτε η Ελλάδα ενδιαφέρονται για έναν «αντι-τουρκικό» άξονα. ΟΣτέλιος Αλειφαντής, διεθνολόγος και μέλος του Δ.Σ. του ΔΕΣΦΑ-διαχειριστής Εθνικού Συστήματος Φυσικού Αερίου, δηλώνει: «Η αναβάθμιση των σχέσεων Ελλάδας-Ισραήλ αποτελεί καταρχήν σημαντική θετική εξέλιξη, που ωστόσο δεν μπορεί να αξιολογηθεί επαρκώς, παρά μόνο με βάση συγκεκριμένα πρακτικά αποτελέσματα, σε τομείς στους οποίους η Ελλάδα μπορεί να αποκομίσει απτά οφέλη (π.χ. μεσογειακός αγωγός φυσικού αερίου, τεχνογνωσία στον αγροτικό και ενεργειακό τομέα, τουρισμός, επενδύσεις, κ.ά.). Η χώρα μας επιδιώκει σχέσεις φιλίας και συνεργασίας με όλα τα κράτη στη Μέση Ανατολή, όπως και σ’ όλα τα σημεία της γεωπολιτικής περιμέτρου της στα οποία υπάρχουν περιφερειακές διενέξεις, υποστηρίζοντας ειρηνικές, δίκαιες και βιώσιμες λύσεις σε σκληρές και παρατεταμένες συγκρούσεις και την εξισορρόπηση των συμφερόντων των εμπλεκομένων μερών στη βάση του Διεθνούς Δικαίου. Η ανάπτυξη των διμερών σχέσεων με το Ισραήλ αποτελεί μια σημαντική συνιστώσα της μεσανατολικής πολιτικής της χώρας μας.
Για διάφορους, οικονομικούς κυρίως λόγους, οι διακρατικές σχέσεις της Ελλάδος στη Μέση Ανατολή υπολείπονταν σε δυναμισμό. Αυτό αλλάζει. Το βασικότερο νέο στοιχείο είναι, βεβαίως, η ανακάλυψη κοιτασμάτων υδρογονανθράκων στην κυπριακή και ισραηλινή ΑΟΖ, που για πρώτη φορά δίδουν στις δύο χώρες τη δυνατότητα ενεργειακής αυτάρκειας και ασφάλειας, καθώς και η ισχυρή πιθανότητα ανακάλυψης ανάλογων κοιτασμάτων στις ελληνικές θάλασσες. Όλα αυτά δημιουργούν μια ισχυρή κοινότητα οικονομικών συμφερόντων, μεταξύ των δύο αυτών κρατών και της Ελλάδας, που αποτελεί και τη φυσική γέφυρά τους για τις πιθανές εξαγωγές τους προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Από εκεί και πέρα, υπάρχουν προς εξέταση ζητήματα επιλογών που αφορούν πρακτικά στο περιεχόμενο των νέων οικονομικών μας σχέσεων, όπως η υλοποίηση της ηλεκτρικής διασύνδεσης του Ισραήλ, καταρχήν, με την Κύπρο, η έκταση, η εκμετάλλευση, ο προσανατολισμός και τρόπος εξαγωγής (αγωγός, LΝG, κ.ά.) των ισραηλινών και κυπριακών υδρογονανθράκων, που αποτελεί αντικείμενο εντατικών διαβουλεύσεων τόσο μεταξύ των τριών κρατών όσο και στο εσωτερικό τους και έχει, τουλάχιστον, ορίζοντα το 2018, το πόσο γρήγορα θα προχωρήσει και τι θα αποδώσει η έρευνα υδρογονανθράκων στις ελληνικές θάλασσες κ.ά. Όλα αυτά θα καθορίσουν βαθμιαία το γεω-οικονομικό υπόβαθρο των τριμερών διακρατικών σχέσεων αλλά επιπρόσθετα ενδέχεται να ανοίξουν έναν ανατολικο-μεσογειακό ενεργειακό διάδρομο προς όφελος της ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας.
Η κοινότητα αυτή συμφερόντων, στον τομέα των υδρογονανθράκων, ενισχύει την προοπτική ανάπτυξης της ισότιμης και αμοιβαία επωφελούς διακρατικής συνεργασίας και σε πολλούς άλλους τομείς, περιλαμβανομένου και αυτού της συλλογικής ασφάλειας, η οποία, βεβαίως, δεν αποτελεί μια εύκολη υπόθεση στην ευρύτερη περιοχή μας της ΝΑ Ευρώπης και της Ανατολικής Μεσογείου. Στη συγκεκριμένη περίπτωση, οι σχέσεις ασφάλειας δεν μπορεί παρά να επικεντρωθούν καταρχήν στην ασφάλεια των κοινών ενεργειακών υποδομών των συνεργαζομένων κρατών. Από τη σκοπιά της τουρκικής αμφισβήτησης της Δημοκρατίας της Κύπρου η εξασφάλιση των ενεργειακών πόρων της συνιστά ενίσχυση της κυριαρχίας της. Σ’ ό,τι αφορά την Ελλάδα, επισημαίνεται ότι η οριοθέτηση της ελληνικής ΑΟΖ συναρτάται εν μέρει από τις σχέσεις μας με τον αραβικό κόσμο, την Αίγυπτο και τη Λιβύη, όχι με το Ισραήλ, με το οποίο η Κύπρος έχει, αλλά η Ελλάδα δεν έχει θαλάσσια σύνορα.
Η πολλά υποσχόμενη προσέγγιση με το Ισραήλ δεν σημαίνει γεωπολιτικό «άξονα» στην περιοχή. Ούτε το Ισραήλ ούτε η Ελλάδα ενδιαφέρονται για έναν «αντι-τουρκικό» άξονα, ούτε και βεβαίως μπορεί να οδηγήσει σε συμμαχίες εναντίον οιουδήποτε άλλου κράτους της ευρύτερης περιοχής. Η αντίληψη των «αξόνων» δεν εκφράζει ελληνικά συμφέροντα, δεν εδράζεται σε γεωπολιτικές πραγματικότητες αλλά και όποτε επιχειρήθηκε να εφαρμοσθεί, είχε εξωγενή δυναμική και αρνητικά αποτελέσματα. Αναμφίβολα, η επιδείνωση των σχέσεων Ισραήλ-Τουρκίας παίζει ρόλο - χρησιμοποιήθηκε μάλιστα κατά κόρον από την Τουρκία του κ. Ερντογάν για την προώθηση των ηγεμονικών της φιλοδοξιών στον αραβο-ισλαμικό κόσμο. Παρόλο, πάντως, που οι δύο χώρες περνούν περίοδο ψυχρών σχέσεων, δεν υπάρχει κανένα ενδεχόμενο σύγκρουσης μεταξύ τους. Ενδεικτικό από αυτήν την άποψη είναι και το γεγονός ότι, παρά τις συνεχείς προκλήσεις και την επιθετικότητα της Τουρκίας σε βάρος της κυπριακής ΑΟΖ, η Άγκυρα προσέχει παρά πολύ τη συμπεριφορά της στην περιοχή 12 της κυπριακής ΑΟΖ που συνορεύει με την ισραηλινή ΑΟΖ. Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση και οι ένοπλες δυνάμεις του Ισραήλ επιθυμούν σφόδρα, διερευνούν τις δυνατότητες και επιδιώκουν σταθερά την επαναπροσέγγιση με την Τουρκία, με όρους φυσικά που θα εξυπηρετούν την εθνική ασφάλεια του Ισραήλ.
ΕΝΕΡΓΕΙΑΚΟΣ ΚΟΜΒΟΣ Οι σχέσεις Ελλάδος-Κύπρου-Ισραήλ έχουν αποκτήσει μια στρατηγικής σημασίας γεω-οικονομική προοπτική προς αμοιβαίο όφελος. Το Ισραήλ, μια ενεργειακή «νησίδα» στη Μέση Ανατολή, αποκτά τη δυνατότητα ενεργειακής ασφάλειας και Ελλάδα και Κύπρος αποκτούν τη δυνατότητα ενός μεσογειακού ενεργειακού κόμβου προς την Ευρωπαϊκή Ένωση. Η διεύρυνση αυτής της ενεργειακής συνεργασίας σε μια περίοδο ρευστότητας και αστάθειας στη Μέση Ανατολή και κρίσης χρέους των κρατών της Ευρωπαϊκής Ένωσης δημιουργεί ελπίδες εμπέδωσης της σταθερότητας και συμβολής στο ξεπέρασμα των οικονομικών δυσχερειών. 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου